Νομοθετική λύση στο αδιέξοδο περιοχών με ρύπανση επιζήμια για την ανθρώπινη υγεία, ετοιμάζει η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στοχεύοντας στη θέσπιση του ανθρώπινου δικαιώματος για διαβίωση σε υγιές περιβάλλον.
Σε συζήτηση κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής τη Δευτέρα, αναδείχθηκε το χρόνιο πρόβλημα όσων η υγεία επηρεάζεται από την παρουσία ρυπογόνων δραστηριοτήτων σε διάφορες περιοχές της Κύπρου. Έμφαση δόθηκε στο ότι οι επηρεαζόμενοι καλούνται να εμπλακούν σε μαραθώνιους δικαστικούς αγώνες για την εξασφάλιση του δικαιώματος να ζουν σε ένα υγιές περιβάλλον, με αποτέλεσμα όσοι νοσούν σοβαρά, συχνά να φεύγουν από τη ζωή χωρίς να δικαιωθούν.
Στόχος της διαδικασίας που ξεκίνησε, είναι ο καταρτισμός νομοθετικής πρότασης, που θα καλύπτει την προστασία του περιβάλλοντος – και κατ’ επέκταση της υγείας των κατοίκων – σε περιοχές με παρουσία βιομηχανικής δραστηριότητας, αλλά θα εξυπηρετεί και τη στοιχειοθέτηση υποθέσεων, σε περίπτωση που επηρεαζόμενοι πολίτες οδηγήσουν τους υπαίτιους ρύπανσης ενώπιον της δικαιοσύνης.
Κατά τη συζήτηση αναδείχθηκε το πρόβλημα ότι το δικαίωμα στο καθαρό περιβάλλον δεν κατοχυρώνεται ούτε στο Σύνταγμα, ούτε στην Ευρωπαϊκή Νομοθεσία και πρέπει να γίνεται έμμεση επίκληση στο δικαίωμα της ζωής, ή της αξιοπρεπούς διαβίωσης ή της προστασίας της περιουσίας, κατά τις νομικές προσφυγές.
Με τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων, ειδικών επιστημόνων, καθώς και εκπροσώπων των αρμόδιων υπηρεσιών του κράτους, αναδείχθηκαν κατά τη συζήτηση, «συγκλονιστικά στοιχεία» σύμφωνα με την Πρόεδρο της Επιτροπής και Βουλευτή του ΑΚΕΛ, Ειρήνης Χαραλαμπίδου, για περιοχές με ιστορικό περιβαλλοντικών μολύνσεων που είχαν συνέπειες στην υγεία των πολιτών, επιφέροντας ασθένειες χρόνιες η οξείας μορφής.
Μεταφέροντας στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, η κ. Χαραλαμπίδου ανέφερε ότι στην Κύπρο κρίνεται ότι 600 – 800 πρόωροι θάνατοι συμβαίνουν λόγω κακής ποιότητας του αέρα. Σε δηλώσεις της η κ. Χαραλαμπίδου ανέφερε ότι οι έλεγχοι που γίνονται δεν είναι επαρκείς, ενώ υπάρχει θέμα στην εποπτεία και τις μετρήσεις που αφορούν σε ρύπανση από βιομηχανικές μονάδες. Εξέφρασε, επίσης, «δυσαρέσκεια για το γεγονός ότι δεν έχουν χαρτογραφήσει ακόμα περιοχές με αυξημένα κρούσματα καρκίνου η άλλων παθήσεων», παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο διευκολύνεται σήμερα από τη μηχανογράφηση του ΓεΣΥ.
Προεδρεύοντας επικουρικά στη συνεδρίαση, ο Βουλευτής των Οικολόγων, Χαράλαμπος Θεοπέμπτου, είπε ότι «δυστυχώς ο κόσμος είναι απροστάτευτος» απέναντι σε φαινόμενα ρύπανσης και υπενθύμισε το πρόσφατο παράδειγμα των κατοίκων που επηρεάζονται από τις αέριες εκπομπές των ασφαλτικών εργοστασίων στο Δάλι. «Το κράτος δίνει επιχορηγήσεις για μεταφορά των εργοστασίων αυτών από περιοχή σε περιοχή, χωρίς να δίνεται λύση», πρόσθεσε. Κατέληξε ότι, πέρα από την όποια νομοθετική ρύθμιση «πάνω απ’ όλα χρειάζεται να αλλάξει η συμπεριφορά του κράτους» και χαρακτήρισε απαράδεκτο το να δίνονται προειδοποιήσεις σε εργοστάσια, πριν γίνουν έλεγχοι.
Η Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ρίτα Θεοδώρου Σούπερμαν, είπε ότι τίθεται ζήτημα και με τις πολεοδομικές ζώνες, αφού καθώς μεγαλώνουν οι οικιστικές περιοχές, δημιουργείται πρόβλημα από την εγγύτητά τους με βιομηχανικές ζώνες.
Την ικανοποίηση για την προθυμία της κυβέρνησης να αναλάβει δράση σε τέτοια θέματα, εξέφρασε η Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Φωτεινή Τσιρίδου, τονίζοντας ότι το θέμα αυτό «δεν μπορεί να είναι πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης», και κάλεσε σε σύνθεση απόψεων.
Στις μακροχρόνιες μελέτες για τις επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία από τη ρύπανση περιοχών στην Κύπρο, αναφέρθηκε ο Μιχάλης Βωνιάτης, πρόεδρος της Επ. Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλλόγου. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο πρόβλημα με τη συγκέντρωση μολύβδου στο χώμα και την ατμόσφαιρα στην περιοχή Εργάτες Λάρνακας, κατά τη λειτουργία του χυτηρίου. Όπως εξήγησε ο κ. Βωνιάτης, τα αυξημένα ποσοστά μολύβδου, που επηρέασαν ιδιαίτερα τα παιδιά, μπορεί να επιφέρουν από νοητική καθυστέρηση και προβλήματα στη λειτουργία των νεφρών, μέχρι πρόβλημα στην ανάπτυξη των οστών. Για την περίπτωση του εργοστασίου Astrasol, ανέφερε ότι οι μελέτες έδειξαν ότι οι καρκίνοι εγκεφάλου ήταν επίπτωση της συγκέντρωσης διχλωρομεθανίου, ουσία που μπορεί να επιδρά έως και 15 χρόνια μετά τo κλείσιμο του εργοστασίου, όπως εξήγησε, κάτι το οποίο δεν ελέγχθηκε ποτέ, σύμφωνα με τον κ. Βωνιάτη.
Η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρία Στυλιανού Λοττίδη, ανέφερε ότι με αφορμή το παράπονο από τους κατοίκους της ενορίας Αγ. Κωνσταντίνου και Ελένης Ιδαλίου, διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε η προϋπόθεση εξασφάλισης άδειας για την εκπομπή αερίων από βιομηχανική μονάδα στην περιοχή. «Αυτός ο απροσδιόριστος τρόπος λειτουργίας των εργοστασίων, επέφερε ζημιά στην ατμόσφαιρα και κατ’ επέκταση στην ποιότητα ζωής των κατοίκων, χωρίς κανείς να μπορεί να ασκήσει έλεγχο και να παραπέμψει το θέμα στη δικαιοσύνη», εξήγησε η κ. Λοττίδη, συμπληρώνοντας ότι στην ίδια περιοχή, τα εργοστάσια λειτουργούσαν με ανοχή των τοπικών αρχών χωρίς τελικές άδειες, ενώ δεν ήταν σαφές και με ποιο τρόπο επηρεάζονταν οι γειτονικές οικιστικές περιοχές, ακόμα κι αν η μονάδα παρέμενε στα όρια της βιομηχανικής ζώνης.
Η Επίτροπος Περιβάλλοντος, Κλέλια Βασιλείου, τόνισε ότι πρέπει να εξεταστεί η δημιουργία κλάδου περιβαλλοντικού ελέγχου που θα αφορά σε όλες τις υπηρεσίες. «Το στοίχημα για όλους μας είναι το πως οι 99 διαφορετικές περιβαλλοντικές νομοθεσίες θα εφαρμόζονται ολιστικά και να έχουν αποτέλεσμα», πρόσθεσε, καταλήγοντας ότι η νέα Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος θα βοηθήσει στο πρόβλημα της πολυδιάσπασης αρμοδιοτήτων.
Εκ μέρους της Πνευμολογικής Εταιρείας Κύπρου, ο Δρ Χάρης Αρμεύτης ανέφερε ότι «όταν εμφανίζεται ένας καρκίνος πνεύμονα, χωρίς ιστορικό καπνίσματος, ή οικογενειακό ιστορικό, πρέπει να μετρηθούν περιβαλλοντικοί παράγοντες» και τόνισε ότι θα ήταν καλό να γίνει καταγραφή διεύθυνσης, για να επιτευχθεί η χαρτογράφηση των περιστατικών. «Ως πνευμονολογική εταιρεία, θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα τέτοιο αρχείο, ώστε να ανιχνεύσουμε εγκαίρως που υπάρχει πρόβλημα και να προλάβουμε την εκδήλωση παθήσεων», κατέληξε.
Ο Αναπληρωτής Καθηγητής Περιβαλλοντικής Υγείας του ΤΕΠΑΚ, Κωσταντίνος Μακρής, ανέφερε ότι «αν συνεχίσουμε το σενάριο ως έχει, οι επιπτώσεις στις επηρεαζόμενες περιοχές θα ενταθούν, στοχοποιώντας τις κοινωνικο-οικονομικά ευάλωτες ομάδες». Διατύπωσε, δε, την πρόταση για ίδρυση παρατηρητηρίων περιβάλλοντος και δημόσιας υγείας, σε επίπεδο δήμων και κοινοτήτων.
Την ανάγκη για «νομικό παράθυρο» που να λαμβάνει υπόψη τους δυνητικούς κινδύνους από τη ρύπανση του περιβάλλοντος, έθιξε η Στέλλα Μιχαηλίδου, εκ μέρους της Εθνικής Επιτροπής «Περιβάλλον και Υγεία του Παιδιού». Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι το 1/3 των καρκίνων μπορεί να αποφευχθεί, αν προστατευτούν τα παιδιά από την επίδραση καρκινογόνων παραγόντων και συμπλήρωσε ότι τα παιδιά είναι πιο ευαίσθητα στην επίδραση τοξικών ουσιών. «Αν δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι η μία δραστηριότητα δεν επηρεάζει την υγεία, τότε πρέπει να λαμβάνονται μέτρα προληπτικά», εξήγησε.
Πηγή: ΚΥΠΕ